Συμπληρώνονται 26, πλέον, χρόνια από την ένοπλη συμπλοκή στου Γκύζη, της 15ης Μαΐου 1985. Ήταν τότε, που στήθηκε ενέδρα με τρεις αστυνομικούς, σε πολιτική περιβολή, για να εντοπίσουν τον κάτοχο μιας κλεμμένης μοτοσυκλέτας, αφού προηγουμένως αφαίρεσαν το μπουζί.Όταν επιχείρησαν να ακινητοποιήσουν το άτομο που πήγε να θέσει σε λειτουργία τη μοτοσυκλέτα επακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών, όπου σκοτώθηκαν οι τρεις αστυνομικοί (Μπούρας, Δουγενής, Γεωργίου) και το άτομο που διαπιστώθηκε –τις επόμενες μέρες– πως ήταν ο Χρήστος Τσουτσουβής.

Πιστεύουμε πως ούτε τώρα, ούτε προηγούμενα, αυτή η γραφή θα μπορούσε να είναι κάποιου είδους νεκρολογία για τον νεκρό σύντροφο.

Ούτε η σιωπή, αλλά ούτε και η συκοφαντία με την οποία επιχείρησε το κράτος να σπιλώσει τη μνήμη του, μπόρεσαν να αποτρέψουν αυτό που είχε γράψει ο Θουκυδίδης, πως «ο θάνατος στη μάχη είναι τίτλος τιμής και συνοδεύεται από τις επευφημίες των πολιτών». Κι αυτό είναι αλήθεια. Επειδή, δεν έχει σημασία αν αυτοί που τίμησαν τον νεκρό αγωνιστή αυτοπροσδιορίζονταν ως πολίτες ή κάτι άλλο.

Σήμερα, μετά από 26 χρόνια, τίποτα δεν θα μας κάνει να ξεχάσουμε ένα σύντροφο που είχε μια συγκεκριμένη θέση και στάση στους αντικρατικούς αγώνες.

Μια συσσωρευμένη εμπειρία μας πείθει για τη συνέχεια της αντικρατικής πάλης, η οποία είναι συστατικού του αναρχικού αγώνα. Ενός αγώνα για έναν κόσμο ελεύθερο, δημιουργικό και ανεξούσιο.

Αυτή η συνέχεια θέλουμε και θα προσπαθούμε να είναι πολύπλευρη, πολύμορφη, συνολική, απελευθερωτική. Να γίνεται πληρέστερη και δημιουργική, όχι μόνο στο άμεσα υλικό της πεδίο. Ένας αγώνας που δεν θα αφήνει να χαθούν τόσο βιαστικά οι πλέον δραστήριοι, ειλικρινείς, ανιδιοτελείς και αποφασισμένοι σύντροφοι.

Γιατί έτσι συμβαίνει τις περισσότερες φορές. Επιβιώνουν όχι οι ξεχωριστοί, αλλά εκείνοι που ξέρουν να ελίσσονται. Οι ξεχωριστοί σύντροφοί χάνονται με τον ένα ή άλλο τρόπο.

Θέλουμε να παραμείνουμε προσκολλημένοι στα οράματα της αναρχίας που φωτίζουν την ανθρωπότητα με τις θαυμαστές και δημιουργικές πράξεις εκείνων των ανθρώπων που ξαφνικά, λες, μέσα από την «αφάνεια» γίνονται οι «ξεχωριστοί».

Είναι αυτοί που ακόμα και οι αντίπαλοι διστάζουν πολλές φορές να τους θίξουν.

Είναι αυτοί που θα συκοφαντηθούν από τιποτένιους και μικροπρεπείς. Αυτοί που θα κτυπιούνται με τα πιο άθλια μέσα, επειδή εξακολουθούν να παραμένουν «ξεχωριστοί», χωρίς να το επιδιώκουν, χωρίς να μανατζάρονται από κανέναν. Έτσι απλά και «ξαφνικά» όλοι αρχίζουν να μιλούν γι’ αυτούς. Να μιλούν, να μιλούν, να μιλούν… Ή να σιωπούν, να σιωπούν, να σιωπούν… Επειδή και οι μεν και οι δε, δεν μπορούν να πουν τίποτε γι’ αυτό, που η στάση ζωής διαλαλεί μέσα από τη σιωπή της. Μια στάση ζωής με διακριτικότητα, σεμνότητα και παλληκαριά που δεν αυτοπροβάλλεται για να μη θίξει τους άλλους, τους αδύναμους, τους φοβισμένους, τα λαμόγια…

Όχι δεν θα ζητήσουμε κανενός είδους εκδίκηση για το θάνατο κανενός συντρόφου. Η εκδίκηση είναι το αίτημα, αλλά και η αρρώστια των αδύναμων και των φανατισμένων, αυτών που βλέπουν τη στιγμή αλλά δεν μπορούν να αντιληφθούν την αιωνιότητα, όχι σαν χρόνο αλλά σαν πραγματικότητα. Αυτών που η «πίστη» τους φτάνει μέχρι να δουν κομματιασμένο αυτό που μισούν και μετά μένουν μετέωροι γιατί δεν έχουν να κομματιάσουν κάποιο εχθρό. Και στρέφονται στους δίπλα τους.

Άλλωστε τι νόημα μπορεί να έχει η εκδίκηση όταν έχουμε έναν πόλεμο; Δεν χρειάζεται μίσος, αλλά η βεβαιότητα του κακού που προκαλεί ο αντίπαλος…

Στον πόλεμο υπάρχουν επιτυχίες ή αποτυχίες. Ο δρόμος για τον ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΑΘΜΟ είναι σπαρμένος απ’ αυτές. Αυτοί που δεν μπορούν να υποταχτούν πολεμούν, χωρίς μίσος, φανατισμό κι εκδικητικότητα. Είναι σίγουροι για το δρόμο που έχουν ακολουθήσει, γι’ αυτό και το όραμα γι’ αυτούς παραμένει ζωντανό και προσεγγίσιμο.

Προσεγγίσιμο χωρίς πολιτικές και παραχωρήσεις. Επειδή, η πολιτική είναι η αλλοτριωτική υπαγωγή της ανθρώπινης ύπαρξης στη σφαίρα των μεγεθών και των μετρήσεων. Ξεπερνώντας, λοιπόν, το τεχνοκρατικό τέλμα των στατιστικών υπολογισμών και του μπακαλίστικου τακτικισμού, προχωράμε προς την αναρχία. Η αναρχία είναι βαθύτατα αντιπολιτική και η βία της είναι η δικαίωση της ανθρώπινης διαμαρτυρίας για τους όρους και τα δεδομένα της αθλιότητας που έχουν επιβληθεί.

Επειδή, παραχώρηση είναι και η συνδιαλλαγή, φανερή ή συγκαλυμμένη, η ιδιοτέλεια και το παιχνίδι των λέξεων, εκείνων που ζητούν την επιείκεια των αντιπάλων μέσα από παραπλανητικά ουρλιαχτά.

Χωρίς να υπερβάλλουμε, αλλά με μια καταξιωμένη στάση που ανταποκρίνεται στην ουσιαστική διάσταση που υπάρχει, μπορούμε να επαναλάβουμε για ακόμη μία φορά: ΤΙΜΗ ΣΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΤΣΟΥΤΣΟΥΒΗ! Από τη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 105, Μάιος 2011